Κάθε φορά που αναφερόμαστε στην ιστορία ενός τόπου προσανατολίζουμε συνήθως την σκέψη μας σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Ωστόσο ιστορία δεν είναι μόνο οι μάχες, οι επαναστάσεις, οι φυσικές καταστροφές και γενικά όλα εκείνα τα συμβάντα που έρχονται αβίαστα στη μνήμη μας. Ιστορία αποτελούν και τα μνημεία, είτε αυτά είναι αρχαιολογικά τεκμήρια, είτε γραπτές πηγές, η μελέτη των οποίων μας επιτρέπει να σκιαγραφήσουμε με σχετική σαφήνεια το ιστορικό μας παρελθόν.
Πολλές φορές όταν ασχολούμαστε με κοντινές, σχετικά, σε μας εποχές, όπως είναι ο 19ος αιώνας, έχουμε την εντύπωση πως δεν υπάρχουν κενά στις γνώσεις μας. Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική, ουσιαστικά ελάχιστα πράγματα μας είναι γνωστά, σε τοπικό επίπεδο, για την καθημερινή ζωή των ραγιάδων και τις σχέσεις τους με το οθωμανικό κράτος. Τα κενά αυτά έρχονται να καλύψουν οι οθωμανικές πηγές της ελληνική ιστορίας. Μια τέτοια πηγή αποτελούν και τα λεγόμενα τεφτέρια temettuat. Πρόκειται ουσιαστικά για κώδικες καταγραφής των εσόδων που είχε κάθε οικογένεια από συγκεκριμένες πηγές, ανάλογα με το επάγγελμα που ασκούσε κάθε νοικοκυριό. Η μελέτη αυτών των πολύ σημαντικών τεκμηρίων μας αποκαλύπτει το σύνολο σχεδόν της οικονομικής δραστηριότητας, όπως αυτή αναπτύσσεται κυρίως μέσα από τον τομέα της γεωργίας και της κτηνοτροφίας. Η εφαρμογή του νέου αυτού τρόπου φορολόγησης των ραγιάδων από την οθωμανική διοίκηση, ολοκληρώθηκε το 1845 και υπήρξε απότοκος της προσπάθειας για ανασυγκρότηση του δημοσιονομικού συστήματος της οθωμανικής αυτοκρατορίας μετά το Χάτι Χουμαγιούν του 1839.
Η συγκεκριμένη καταγραφή των εσόδων των ραγιάδων απέδωσε συνολικά από ολόκληρη την αυτοκρατορία 17747 τεφτέρια. Ένα από αυτά, με τον κωδικό 11739, είναι και το τεφτέρι του Πολυγύρου, που φυλάσσεται όπως και τα υπόλοιπα στο Basbakanlık Arsivi της Κωνσταντινούπολης. Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις, ίσως η πρώτη φορά, που χρησιμοποιούνται πληροφορίες από ένα temettuat defteri στην Ελλάδα. Εκεί καταγράφονται με αύξοντα αριθμό οι άρρενες αρχηγοί των οικογενειών του Πολυγύρου μαζί με τυχόν ενήλικα άρρενα τέκνα και αδέλφια. Ακολουθούν αναλυτικά οι πρόσοδοι από το επάγγελμα και από κάθε γεωργοκτηνοτροφική και όχι μόνο δραστηριότητα. Παράλληλα καταγράφονται με λεπτομέρειες, η έκταση των καλλιεργημένων χωραφιών, εκείνων που έμειναν για αγρανάπαυση και των νοικιασμένων, ο αριθμός και το είδος των οικόσιτων ζώων (αιγοπρόβατα, βοοειδή, ιπποειδή), τα τυχόν υπάρχοντα μαγαζιά, εργαστήρια, νερόμυλοι του ιδιοκτήτη. Χωριστά τοποθετούνται οι μπαξέδες, τα αμπέλια και τα τσαΐρια. Ακολουθούν το είδος και η ποσότητα των καλλιεργημένων προϊόντων (σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, όσπρια κ.τ.λ.), ο αριθμός των ελαιόδεντρων και η ποσότητα μεταξιού που παράγει κάθε οικογένεια. Στην τελευταία σελίδα αναφέρονται οι κάτοικοι του Πολυγύρου που απεβίωσαν αλλά και εκείνοι που μετανάστευσαν και θεωρούνταν φυγάδες, τέλος τοποθετείται η σφραγίδα της κοινότητας.
Μελετώντας τα παραπάνω έχουμε μια πλήρη εικόνα για τη μορφή που είχε η οικονομική δραστηριότητα των Πολυγυρινών κατά το έτος 1845. Έχει ήδη περάσει μια γενιά από την καταστροφή που επέφερε η επανάσταση του 1821, τα χωριά ανασυγκροτήθηκαν και άρχισε μια νέα πορεία προς την ανάπτυξή τους. Στο παρόν άρθρο κάνουμε μια πρώτη ενδεικτική παρουσίαση των δεδομένων που μας προσφέρει το temettuat τεφτέρι του Πολυγύρου και θα περιοριστούμε κυρίως στον τομέα της κτηνοτροφίας.
Το 1845 λοιπόν ο Πολύγυρος είχε 355 οικογένειες οι οποίες ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, παράλληλα ασκούσαν και διάφορα επαγγέλματα που είχαν σχέση με το εμπόριο και την καθημερινή ζωή (μπακάληδες, ράφτες, καλαϊτζήδες κ.τ.λ.). Καλλιεργούσαν σιτηρά, όσπρια, αμπέλια και 3402 ελαιόδεντρα. Παράλληλα το μεγαλύτερο ποσοστό των οικογενειών (291 οικογένειες, 82%) παρήγαγε μεγάλες ποσότητες μεταξιού.
Η κτηνοτροφία ήταν επίσης ιδιαίτερα αναπτυγμένη με όλα τα είδη των οικόσιτων ζώων. Όπως ίσχυε σε όλη την ύπαιθρο της αυτοκρατορίας, τα κτηνοτροφικά προϊόντα αποτελούσαν βασικά είδη διατροφής. Παράλληλα η συμβολή των ζώων, κυρίως των μεγάλων (βόδια, άλογα, όνοι), στις καθημερινές εργασίες ήταν απαραίτητη.
Ξεκινώντας με την συστηματική εκτροφή αιγών, παρατηρούμε, ότι με τον συγκεκριμένο κλάδο της κτηνοτροφίας ασχολούνταν το 11% περίπου των οικογενειών, ουσιαστικά από τις 355 οικογένειες, οι 39 διέθεταν μεγάλο αριθμό ζώων, πάνω από 40, με το μεγαλύτερο κοπάδι να αριθμεί 750 αίγες.
Η εκτροφή προβάτων ήταν σαφώς περιορισμένη σε σχέση με τις αίγες. Μόνο 6 οικογένειες διέθεταν μικρά κοπάδια, με συνολικά 255 ζώα.
Όσον αφορά στα βοοειδή, υπήρχε σχετική ποικιλία. Καταγράφονται αγελάδες γαλακτοπαραγωγής, στείρες αγελάδες, μοσχάρια και βόδια. Οι επιτακτικές ανάγκες για άροση των αγρών καθιστούσε απαραίτητη την κατοχή ιδιαιτέρως των βοδιών, συγκεκριμένα καταγράφονται 201 βόδια κατανεμημένα σε 86 οικογένειες, ποσοστό δηλαδή περίπου 24%.
Τα ιπποειδή, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια, επίσης παίζουν σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των Πολυγυρινών. Ιδιαίτερα κυριαρχούν τα γαϊδούρια. 115 οικογένειες διαθέτουν από ένα ζώο, σε ποσοστό περίπου 35%.
Στα κτηνοτροφικά είδη θα πρέπει να προσθέσουμε και τα μελίσσια με τα οποία ασχολούνταν συστηματικά 57 οικογένειες, ποσοστό επί του συνόλου των νοικοκυριών περίπου 17%, συνολικά καταγράφονται 1605 κυψέλες.
Από τα οικόσιτα ζώα λείπουν τα οργανωμένα κοπάδια χοίρων. Μόνο 2 περιπτώσεις κοπαδιών καταγράφονται με συνολικά 60 ζώα.
Το εξώφυλλο του temettuat defteri του Πολυγύρου
Η πρώτη σφραγίδα του Πολυγύρου 1835
ΑΙΓΕΣ | ||
ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ | ΣΤΕΙΡΕΣ | ΚΑΤΩ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ |
2112 | 2358 | 1346 |
ΠΡΟΒΑΤΑ | ||
ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ | ΣΤΕΙΡΑ | ΚΑΤΩ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ |
104 | 91 | 60 |
ΒΟΟΕΙΔΗ | ||
ΑΓΕΛΑΔΕΣ | ΒΟΔΙΑ | ΜΟΣΧΑΡΙΑ |
68 | 201 | 12 |
ΙΠΠΟΕΙΔΗ | ||
ΑΛΟΓΑ | ΜΟΥΛΑΡΙΑ | ΓΑΙΔΟΥΡΙΑ |
48 | 102 | 115 |
ΚΥΨΕΛΕΣ | ||
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου